- Ἐρινύς
- Ἐρῑνύς (ἡ)1 Fury ἰδοῖσα δ' ὀξεἶ Ἐρινὺς ἔπεφνέ οἱ σὺν ἀλλαλοφονίᾳ γένος ἀρήιον i. e. the family of Oidipous O. 2.42
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Ἐρινῦς — Ἐρινύς the Erinys fem acc pl Ἐρινύς the Erinys fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρινῦς — Ἐρινύς the Erinys fem acc pl Ἐρινύς the Erinys fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ερινύς — και Ερινύα, η συνήθ. στον πληθ. Ερινύες, οι (Α Ἐρινύς, ἡ; Ἐρινύες, αἱ) καταχθόνιες θεές που τιμωρούσαν κάθε ανόσια πράξη και βασάνιζαν τους άδικους και παράνομους και στην παρούσα ζωή και μετά θάνατο νεοελλ. 1. δύναμη εκδικήτρια, καταστρεπτική… … Dictionary of Greek
Ἐρινύς — Ἐρινύ̱ς , Ἐρινύς the Erinys fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρινύς — ἐρινύ̱ς , Ἐρινύς the Erinys fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρινύων — Ἐρινύς the Erinys gen pl Ἐρινύς the Erinys fem gen pl ἐρινύω pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐρινῦν — Ἐρινύς the Erinys fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρινῦν — Ἐρινύς the Erinys fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐρινύας — Ἐρινύς the Erinys fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρινύας — Ἐρινύς the Erinys fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐρινύες — Ἐρινύς the Erinys fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)